dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ehe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Heirat
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hochzeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vermählung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ehegemeinschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Trauung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
γάμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Eheschliessung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)