dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
βαρελίσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Faß-
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
βαρελίσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vom Fass
Ⓦ
Ⓖ
…