dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αύρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aura
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αύρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Brise
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αύρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ausstrahlung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αύρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hauch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)