dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αυτοκινητοβιομηχανία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Autoindustrie
Ⓦ
Ⓖ
…
αυτοκινητοβιομηχανία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kraftfahrzeugindustrie
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αυτοκινητοβιομηχανία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Autobranche
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αυτοκινητοβιομηχανία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Automobilbranche
Ⓦ
Ⓖ
…