dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
αρνητικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
negativ
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
αρνητικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ablehnend
Ⓦ
Ⓖ
…