dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ανθρωπότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Menschheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ανθρωπότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Menschlichkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ανθρωπότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Menschen
Ⓦ
Ⓖ
…