dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ανάστημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Größe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ανάστημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Format
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ανάστημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gestalt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ανάστημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wuchs
Ⓦ
Ⓖ
…