dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αλυκή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Salzwerk
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αλυκή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Saline
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αλυκή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sülze
Ⓦ
Ⓖ
…