dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αιθάλη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Dunst
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αιθάλη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ruß
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αιθάλη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Rauch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αιθάλη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Qualm
Ⓦ
Ⓖ
…