dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
αεριούχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gashaltig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
αεριούχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kohlensäurehaltig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αεριούχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sprudelnd
Ⓦ
Ⓖ
…