dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
αδρανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
inaktiv
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
αδρανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
untätig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδρανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
indifferent
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδρανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lustlos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδρανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
träge
Ⓦ
Ⓖ
…