dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
αγνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rein
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
αγνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
keusch
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
αγνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
makellos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αγνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
jungfräulich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αγνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lauter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αγνός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
züchtig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)