dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
άγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fremd
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
άγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbekannt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
άγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Unbekannte
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
ευανάγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leicht lesbar
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ευανάγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lesbar
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ευανάγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leserlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
δυσανάγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unlesbar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
δυσανάγνωστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unleserlich
Ⓦ
Ⓖ
…