dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ιρακινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
irakisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
Ιρακινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Iraker
Ⓦ
Ⓖ
…