dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
όμηρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Geisel
Ⓦ
Ⓖ
…
Όμηρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Homer
Ⓦ
Ⓖ
…