dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
στρατεύσιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wehrpflichtig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)