dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
καλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschleiern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σκεπάζω με πέπλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschleiern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συγκαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschleiern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συσκοτίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschleiern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)