dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
αμερόληπτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unparteiisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδέκαστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unparteiisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ακομμάτιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unparteiisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ακομμάτιστα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unparteiisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ουδέτερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unparteiisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)