dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λιγοστεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
senken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
χαμηλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
senken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κατεβάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
senken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
χαμήλωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Senken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
υποτιμώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
senken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)