dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
σχιζοφρενής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schizophren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σχιζοφρενικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schizophren
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)