dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
εποχικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
saisonal
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)