dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
ρωμαιοκαθολικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
römisch-katholisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)