dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ιατρικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
ιατροδικαστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gerichtsmedizinisch
Ⓦ
Ⓖ
…
ιατρικά στοιχεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinische Daten
Ⓦ
Ⓖ
…
ιατρική διάγνωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinische Diagnose
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ιατρική έρευνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinische Forschung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
υπότροπη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
medizinische Rückschlag
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ιατρική εξέταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
medizinische Untersuchung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ιατρικές επιστήμες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinische Wissenschaften
Ⓦ
Ⓖ
…
!
επαγγελματικός κλάδος του τομέα της υγείας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinischer Beruf
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ιατρική εκπαίδευση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinischer Unterricht
Ⓦ
Ⓖ
…
ιατρική ειδικότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinisches Fachgebiet
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ιατρική πραγματογνωμοσύνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinisches Gutachten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διαθήκη ζωής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinisches Testament
Ⓦ
Ⓖ
…
ιατρικό κέντρο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
medizinisches Zentrum
Ⓦ
Ⓖ
…