dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ζωγραφίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
malen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ζωγραφική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Malen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
βάφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
malen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπογιατίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
malen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)