dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
μολύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
infizieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)