dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εικονογραφώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
illustrieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διευκρινίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
illustrieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εικονογράφηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Illustrieren
Ⓦ
Ⓖ
…