dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ανοιχτόμυαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ανοιχτοχέρης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
γενναιόδωρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανοιχτόκαρδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αφειδώλευτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
αφειδώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
γενναίος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καλοσυνάτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πλουσιοπάροχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φιλότιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großzügig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)