dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
τοξικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
giftig
Ⓦ
Ⓖ
…
δηλητηριώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
giftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φαρμακερός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
giftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ιοβόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
giftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ιώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
giftig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)