dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
σαρκοβόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fleischfressend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σαρκοφάγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fleischfressend
Ⓦ
Ⓖ
…