dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
ηττημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besiegt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
κατατροπώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besiegt werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ηττημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Besiegte
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ηττημένη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Besiegte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ηττημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Besiegter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανίκητος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbesiegt
Ⓦ
Ⓖ
…