dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
εξεγείρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εξεγείρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
υποκινώ στάση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
διεγείρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ξεσηκώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σηκώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwiegeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)