dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
αναζωογονούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auftanken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανεφοδιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auftanken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανεφοδιάζω με καύσιμη ύλη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auftanken
Ⓦ
Ⓖ
…