dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
σηκώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufstehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εγείρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufstehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εξεγείρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufstehen
Ⓦ
Ⓖ
…