dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
συμμαχικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
alliiert
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
σύμμαχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
alliiert
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)