dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
δεύτερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zweiter
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Β' Σταυροφορία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zweiter Kreuzzug
Ⓦ
Ⓖ
…
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zweiter Weltkrieg
Ⓦ
Ⓖ
…
Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zweiter Weltkrieg
Ⓦ
Ⓖ
…
!
δευτερεύουσα κατοικία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zweiter Wohnsitz
Ⓦ
Ⓖ
…