dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σύμπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zusammentreffen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zusammentreffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμπίπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zusammentreffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συναντιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zusammentreffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συρροή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zusammentreffen
Ⓦ
Ⓖ
…