dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
μελλοντική προοπτική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zukunftsperspektive
Ⓦ
Ⓖ
…