dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
οδοντιατρική λαβίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zahnpinzette
Ⓦ
Ⓖ
…