dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
επιστήμη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wissenschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
λόγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wissenschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)