dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
πολύτιμο αντικείμενο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wertsache
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
τιμαλφές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wertsache
Ⓦ
Ⓖ
…