dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κλιμακτήριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wechseljahre
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εμμηνόπαυση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wechseljahre
Ⓦ
Ⓖ
…