dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
φουαγιέ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Vorhalle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
νάρθηκας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorhalle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
πρόναος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorhalle
Ⓦ
Ⓖ
…