dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
καταδίκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κατάκριση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…