dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ασφαλιστική εταιρεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Versicherungsgesellschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ασφαλιστική εταιρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Versicherungsgesellschaft
Ⓦ
Ⓖ
…