dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
συμφορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unheil
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κακό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unheil
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καταδίκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unheil
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
όλεθρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unheil
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φουρτούνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unheil
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ξεπάστρεμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unheil
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)