dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
τηλεφωνική σύνδεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Telefonverbindung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γραμμή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Telefonverbindung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
τηλεφωνική γραμμή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Telefonverbindung
Ⓦ
Ⓖ
…