dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
χορεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tanzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
χορός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Tanzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)