dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό

loading...
Ουσιαστικό
der Stuhl
Ουσιαστικό
der Stuhl
Ουσιαστικό
der Stuhl
Ουσιαστικό
der Stuhl

Εν μέρει αντιστοιχίες (+)