dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ηλίανθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sonnenblume
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ήλιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sonnenblume
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ηλιοτρόπιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sonnenblume
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)