dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
κανόνας ασφάλειας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sicherheitsvorschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διάταξη ασφάλειας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sicherheitsvorschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κανονισμός ασφαλείας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sicherheitsvorschrift
Ⓦ
Ⓖ
…